Πέμπτη 20 Αυγούστου 2009

θεολογία της εικόνας της Υπεραγίας Θεοτόκου - Principles of Hagiography that is Holy image (icon) making

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στα πλαίσια των μαθημάτων Αγιογραφίας των Αγίων Εικόνων της Ορθοδοξίας μας, που έγινε την Παρασκευή, 04-11-2005.

Βασικές αρχές της Αγιογραφίας και ανάλυση της θεολογίας της εικόνας της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Στην αρχή των μαθημάτων μας θα κάνουμε ένα εικοσάλεπτο το οποίο θα το λέμε «θεολογία της εικόνας», γιατί η θεολογία της εικόνας είναι πάρα πολύ ουσιαστική για να ξέρουμε πώς θα αγιογραφούμε. Δεν περιγράφουμε απλώς γεγονότα και τα αποτυπώνουμε όπως μας ήρθε στο μυαλό. Η κάθε γραμμή που κάνουμε και χαράσσουμε είναι μια θεολογία, γιατί στην εικόνα ξεδιπλώνεται όλη η θεολογία των Πατέρων.

Η Εκκλησία μας, για δυνατότητα μελέτης που έχουμε για τα γεγονότα τα οποία περιγράφονται στο έργο της θείας οικονομίας, έχει την Αγία Γραφή η οποία μας λέει τα γεγονότα, έχει τους Πατέρες που ερμηνεύουν αυτά τα γεγονότα, έχει τους ύμνους της Εκκλησίας μας που ερμηνεύουν και εκείνοι τα γεγονότα - είναι μια ερμηνεία του κειμένου οι ύμνοι- και έχει και τις εικόνες που είναι και αυτές μια ερμηνεία δια της γραφικής τέχνης. Άρα για να κάνω ερμηνεία, όπως κάνουν οι Πατέρες της Εκκλησίας για να μπορούν να ερμηνεύσουν την Αγία Γραφή, πρέπει ο αγιογράφος να είναι άνθρωπος φωτισμένος, να μετέχει στα γεγονότα της Εκκλησίας και να ξέρει την Γραφή.

Είναι μια διδασκαλία που μετέχει σε μια γλώσσα ειδική που είναι η γλώσσα της Αγίας Γραφής. Έτσι λοιπόν ο αγιογράφος πρέπει να ξέρει την ερμηνευτική της Εκκλησίας σε όλα τα γεγονότα για να μπορεί να αποτυπώσει πάνω στην εικόνα την θεολογία που αποτυπώνεται μέσα στην Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Άρα κανείς δεν μπορεί να πάρει και να περιγράψει τα γεγονότα με τη δική του φαντασία. Θα το δείτε αυτό στην πορεία των μαθημάτων μας, πως η κάθε γραμμή, η κάθε έκφραση - μάλιστα και πολλά στοιχεία είναι δογματικά - είναι αναλλοίωτα. Το δόγμα δεν το αλλάζεις. Και εδώ στις εικόνες αυτές επάνω χαράζουμε και διαγράφουμε το δόγμα εμείς πάντοτε. Και στο δόγμα κανείς δεν παρεμβαίνει. Θα το δείτε στην πορεία και θα καταλάβετε και θεωρώ [αυτό] για μένα το πιο σπουδαίο τμήμα αυτών των εναρκτήριων μαθημάτων σας, γιατί εάν μάθετε απλώς να αγιογραφείτε μια τεχνική χωρίς να ξέρετε τη βαθιά θεολογία, δεν θα κάνετε τίποτα. Απλώς θα παλινδρομείτε, «πώς θα το κάνω», «έτσι θα το κάνω», «αλλιώς θα το κάνω» ή θα γίνετε μιμητές και αντιγραφείς εικόνων, και τίποτε άλλο.

Αφού αρχίζουμε σήμερα τη θεολογία για πρώτη φορά, να σας πω μερικές γενικές αρχές της εικόνας, πολύ γενικές αρχές, να τις θυμάστε απλώς, για να τις έχετε σαν γενικό δομικό στοιχείο στο νου σας, και πάνω σε αυτές τις γενικές αρχές θα οικοδομήσουμε το περαιτέρω υπόβαθρο που λέγεται «θεολογία της εικόνας».

Η πρώτη βασική αρχή της εικόνας, μια ουσιαστική βασική αρχή είναι το ότι η εικόνα, η οποιαδήποτε εικόνα αποτυπώνει γεγονότα πάνω σε δύο διαστάσεις, ποτέ σε τρεις διαστάσεις. Πάνω σε δύο διαστάσεις. Στην πρώτη Εκκλησία τα πρώτα χρόνια υπήρχαν κάποια γλυπτά, ημίγλυπτα, τα οποία σιγά-σιγά καταργήθηκαν. Και αυτό είναι μια θεολογία. Βλέπετε στο χώρο της Ρωμαιοκαθολικής «Εκκλησίας» παρέμεινε ο χώρος του γλυπτού. Σε εμάς καταργήθηκε τελείως για λόγους πολύ βαθιά θεολογικούς και πολύ βαθιά ουσιαστικούς για το γεγονός το οποίο λειτουργεί ο πιστός που είναι μπροστά στην εικόνα. Βλέπετε όταν λέω δύο διαστάσεις, έχω ύψος και πλάτος, δεν έχω βάθος.

Βέβαια, σε μια τεχνική αγιογραφική θα μπορούσε κάποιος να κάνει και βάθος, να βάλει ένα λεγόμενο κεντρικό σημείο φυγής και αναφοράς και βάσει αυτού του σημείου, τα γεγονότα που είναι μπροστά να τα έχει μεγαλύτερα, τα γεγονότα που έχει πίσω να τα έχει μικρότερα. Παρόλο που η εικόνα μπορεί να έχει πολύπτυχα γεγονότα και να τα περιγράφει, και είναι πάρα πολλά τα θέματα που είναι μπροστά ή πίσω, ανατρέπεται αυτή η ισορροπία του «μπρος ή πίσω», «μικρό ή μεγάλο». Βλέπετε εδώ έχουμε το γεγονός της Γεννήσεως, ένα πολύπτυχο γεγονός. Εμάς δεν μας ενδιαφέρει να έχουμε στην εικόνα προοπτική, πρέπει οπωσδήποτε να έχουμε μόνο ύψος και πλάτος, ποτέ βάθος. Γιατί αυτό το ανώμαλο μέγεθος, αφού και μια λογική ζωγραφικής μου λέει πολύ σωστά να έχω και βάθος για να βλέπω καλύτερα τις εικόνες;

Οι τρεις διαστάσεις με την κλασσική έννοια, ας το πω έτσι, της Ευκλειδείου σκέψεως της Γεωμετρίας,…… ας μην πάω σε άλλες διαστάσεις του χρόνου, αλλά οι κλασσικές εκφράσεις της διάστασης, ύψος, πλάτος και βάθος, η τρισδιάστατη γεωμετρία. Είναι κάτι πολύ αληθινό και είναι κάτι πολύ υπαρκτό, αλλά είναι αυθύπαρκτο, δηλαδή κάτι που έχει ύψος, βάθος και πλάτος είναι αυθύπαρκτο, δεν χρειάζεται κάτι άλλο. Είναι ένα αντικείμενο, το βλέπεις από εδώ, από εκεί, το περιεργάζεσαι και είναι πραγματικά ένα αντικείμενο. Εάν [όμως] κάποιος σταθεί μπροστά σε αυτήν την εικόνα και βλέπει μόνο ύψος και πλάτος και δεν βλέπει βάθος, η εικόνα τον καλεί να καταλάβει ότι η εικόνα είναι ελλιπής. Προσέξτε. Γιατί να είναι ελλιπής; Τι λείπει; To βάθος. Αυτό υπάρχει για να καταλάβει ο ίδιος το ελλείπον βάθος. Είναι ο ίδιος που στέκεται μπροστά στην εικόνα. Η εικόνα δεν είναι γεγονός μουσειακό, ούτε γεγονός τέχνης. Είναι γεγονός το οποίο με καλεί για να συμμετέχω στα γεγονότα αυτά, γεγονός προσευχής.

Ο πιστός που στέκεται μπρος στην εικόνα και νιώθει την έλλειψη του βάθους, γίνεται ο ίδιος βάθος. Δηλαδή αντί το βάθος να είναι πίσω, το βάθος είμαι εγώ -ή η τρίτη διάσταση- που στέκομαι μπροστά στην εικόνα. Είναι μια πολύ σπουδαία αρχή αυτή, μια ουσιαστική αρχή η οποία δεν μπορεί να εξηγηθεί κατά τα μέτρα της λογικής ερμηνείας πολλών Δυτικών μελετητών της εικόνας, που λένε «πολύ ωραία τέχνη, αλλά είναι ελλιπής δεν έχει βάθος». Μα εμείς δεν κάνουμε τέχνη για την τέχνη, κάνουμε τέχνη για την προσευχή.

Είναι τέχνη αναγωγική, ερμηνευτικής του κειμένου όπως σας είπα και ταυτόχρονα τέχνη αναγωγική. [Που] σημαίνει ότι ο Χριστός θα μετέχει στα γεγονότα και θα αναπληρώσει το ελλείπον βάθος της εικόνας δια της παρουσίας Tου μπροστά στην εικόνα. Γι΄ αυτό εμείς δεν αρεσκόμαστε να έχουμε εικόνες στα μουσεία. Να περνάει κάποιος απλώς για να τις βλέπει. Οι εικόνες είναι για τις Εκκλησίες όπου στέκεται ο άλλος και προσεύχεται μπροστά στην εικόνα. Και μπορεί να αγιάσει μπροστά στην εικόνα. Λέμε πολλές φορές ότι υπάρχουν αγιασμένες εικόνες [και] μια εικόνα μυροβλύζει. Πώς έγινε αγία η εικόνα; Για δύο αιτίες.

Πρώτη αιτία, ο αγιογράφος που την έκανε μπορεί να ήταν άγιος. Και αγίασε όλη η εικόνα. Η δεύτερη αιτία είναι μπροστά στην εικόνα να αγίασαν πολλοί άνθρωποι. Κλάμα, δάκρυα, μετάνοιες και να αγίασε πιο πολύ η εικόνα. Αυτές είναι οι αγιασμένες εικόνες. Το ξύλο δεν έχει μόνο του καμμιά ιδιότητα, αλλά οι άνθρωποι αποδίδουν αγιαστικά δεδομένα πάνω στα αντικείμενα. Βλέπετε, έχουμε την σκιά του Πέτρου, έκανε θεραπείες το ρούχο του Χριστού, η κάπα του αγίου Ηλιού, οι αλυσίδες του αγίου Πέτρου έκαναν θαύματα. Τι ήταν αυτά; Αντικείμενα ήταν τα οποία αγιάζουν από τον αγιαζόμενο άνθρωπο. Μόνο του ένα αντικείμενο δεν κάνει τίποτα. Έτσι λοιπόν αυτή ήταν η πρώτη βασική αρχή της καταργήσεως του τρισδιάστατου και της προσλήψεως της τρίτης διαστάσεως στο πρόσωπο που συμμετέχει σε αυτά τα γεγονότα.

Μια δεύτερη αρχή η οποία αρκετά εκκωφαντικά φαίνεται πάνω σε αυτή την εικόνα της Γεννήσεως, μετά από λίγο θα πω μερικά λογάκια, παρόλο που είναι πολύπτυχη, μερικά λογάκια θα πω, θα την αναλύσω την άλλη φορά πιο βαθιά. Είναι η εικόνα της Γεννήσεως. Βλέπετε, εδώ περιγράφονται τα πάντα. Έχουμε την Παναγία, το Χριστό, τους Αγγέλους που κατεβαίνουνε, κάποιους βοσκούς που βλέπουν τα γεγονότα, τον Ιωσήφ που σκέφτεται εάν θα πρέπει να κρατήσει την Παναγία ή όχι, τους μάγους που έρχονται, πάρα πολλά γεγονότα που έγιναν διαχρονικά μέσα σε μια εικόνα. Δηλαδή εμείς ποτέ δεν έχουμε κόμικς. Όλα τα γεγονότα της διαχρονικότητας συγκεντρώνονται πάνω εδώ. Η εικόνα έχει δεύτερη αρχή της την αρχή της καταργήσεως του χρόνου και του ξεπεράσματος του χρόνου. Στην Εκκλησία ο χρόνος καταργείται και όλα γίνονται αιωνιότητα.

Τι λένε την Μεγάλη Εβδομάδα: «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου», ή τα Χριστούγεννα: «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου». Πώς εννοούν «Σήμερον»; Κατάργηση και ξεπέρασμα του χρόνου και θεωρούν ότι τα κάνει όλα σήμερον, όλα είναι μαζί. Υπάρχουν δύο εικόνες που είναι… να πω τη μία μονάχα για να καταλάβετε το γεγονός αυτό. Είναι η εικόνα της Αναλήψεως του Χριστού, 40 μέρες μετά την Ανάστασή του. Εδώ είναι η Παναγία μπροστά και είναι οι Απόστολοι γύρω-γύρω. Έτσι ήταν τα γεγονότα. Άγγελοι κατέβηκαν. Ανέβηκε με τους Αγγέλους στον ουρανό. Πολύ καλά. Και όμως αυτή η εικόνα μέσα πρέπει να είναι παράλογη. Μπροστά-μπροστά είναι ο Απόστολος Παύλος ο οποίος Απόστολος Παύλος όταν γινόταν η Ανάληψη δεν ήταν καν χριστιανός. Εάν διαβάσετε τα κείμενα των Πράξεων των Αποστόλων που περιγράφεται η ιστορία αυτή της Αναλήψεως είναι στο πρώτο κεφάλαιο των Πράξεων. Ο Απόστολος Παύλος βλέπει το φως στη Δαμασκό και μετανιώνει. Είναι στο 9ο κεφάλαιο. Άρα η εικόνα εδώ είναι ανιστόρητη. Ο απόστολος Παύλος «δεν έχει δουλειά» στην Ανάληψη μέσα. Και όμως για εμάς έχει δουλειά.

Εφ΄ όσον μετάνιωσε κερδίζει τον προηγούμενο χρόνο. Είναι παρών στο χρόνο. Ο μετανοών κερδίζει τον προηγούμενο χρόνο. Βλέπετε, αυτό είναι κατάργηση του χρόνου. Έχουμε και άλλες τέτοιες εικόνες που περιγράφουν τέτοια γεγονότα που ξεπερνούν το χρόνο. Και είναι μια πολύ σπουδαία αρχή. Δεν λέμε ο Παύλος «δεν ήταν». «Ήταν», αφού μετάνιωσε. Μια άλλη πολύ βασική αρχή είναι το ότι στις εικόνες δεν έχουμε σκιές. Βλέπετε, εδώ στο έδαφος πάνω, δεν υπάρχουν σκιές. Καμμιά σκιά. Γιατί δεν υπάρχουν σκιές; Και υπάρχει σκιά όπου υπάρχει μια πηγή φωτός. Βλέπετε, έρχεται η πηγή φωτός και αφήνει μια σκιά πάνω στο ταβάνι, τη σκιά του δρόμου, της λάμπας. Υπάρχει μια πηγή φωτός από όπου έρχεται το φως. Εάν το φως είναι παντού, εάν το φως έρχεται πανταχόθεν, από παντού έρχεται, δεν υπάρχει δυνατότητα να υπάρχει σκιά, η σκιά καταργείται. Όλα είναι φως.

Και μέσα στην εικόνα [τα] εκφράζουμε όλα ως φως. Απλώς υπάρχουν μερικές πτυχώσεις ενδυμάτων κλπ. αλλά μέσα στην εικόνα όλα είναι φως. Ποτέ δεν κάνουμε σκιές υπό σκιά… είναι μια ……, τοποθέτηση όπου πια καταργεί την έννοια της Βασιλείας των Ουρανών. Το φως μέσα στο οποίο είναι λουσμένες οι εικόνες, ειδικά οι εικόνες που είναι πάνω σε ξύλο, είναι με χρυσό. Βλέπετε εκφράζουν αυτό το φως και βέβαια στους τοίχους, επειδή το χρυσάφι δεν μπορεί να πιάσει εύκολα, κάνουμε άλλα χρώματα, αλλά ειδικά γι΄ αυτό στην έκφραση της αγιογραφίας πάνω σε ξύλο δεν υπάρχει σκιά και έρχεται το φως από παντού. Είναι το φως της βασιλείας του Θεού αυτό το φως. Αυτή είναι μια άλλη ουσιαστική αρχή που αφορά τη σκιά και το φως και το πώς εκχέεται πάνω στις εικόνες.

Και μια άλλη βασική αρχή, παρόλο που δεν μπορώ να πω γιατί… -συμπυκνώνω τώρα κατ’ ανάγκην αυτές τις αρχές για να έχετε μια δόση ενάρξεως αυτών των μαθημάτων της θεολογίας της εικόνας - είναι το ότι οι άγιοι, οι οποιοιδήποτε άγιοι περιγράφονται πάνω στην εικόνα, βλέπουν κατά πρόσωπον. Το κατά πρόσωπον δεν σημαίνει πάντα, όπως είναι εδώ ο Χριστός, βλέπει κατά πρόσωπον.

Βλέπετε κάτω τους Αποστόλους να είναι πλαγιαστά. Βλέπετε υπάρχουν πλάγιες εικόνες, αλλά όλων φαίνονται τα μάτια, ή έτσι λίγο πλαγιαστά ή κατά πρόσωπον, πλάγια απεικόνιση τη λέμε ή κατά πρόσωπον, πάντα φαίνεται το πρόσωπον. Ποτέ δεν καταργείται το πρόσωπο γιατί η έννοια είναι ότι θα δούμε τον Θεό πρόσωπον προς πρόσωπον.

Πρόσωπον σημαίνει «Προς ώπα» προς τα μάτια. Προς ώπα. Ώπα είναι τα μάτια. «Πρόσωπον» είναι το κατά πρόσωπον κοίταγμα. Και οι άγιοι βλέπουν τον Θεόν πρόσωπον προς πρόσωπον κατά τα μέτρα που δύνανται βέβαια. Θα πούμε αυτά τα γεγονότα σε άλλες εικόνες, όπως το λέει και ο Απόστολος Παύλος, αλλά οπωσδήποτε έχουν κάποιες εξαιρέσεις.

Θα τολμούσα να πω μερικές εξαιρέσεις σε κάποια στοιχεία κάποιων εικόνων. Δεν ξέρω γιατί, πάντα θα το λέω, στις εικόνες θα το δούμε και θα πείτε γιατί είναι εκεί πέρα αυτό το πρόσωπο προφίλ, γιατί έχει βάλει ο Θεοφάνης, ο μεγάλος αγιογράφος ο Θεοφάνης ο Κρης κάποιες παραστάσεις όπου κάποιες προσωπικότητες είναι προφίλ. Δεν το ξέρω γιατί. Δεν μπορώ να το καταλάβω. Αλλά η θεολογία της εικόνας απαιτεί πάντα να είναι η κατά πρόσωπον απεικόνιση με τα δύο τα μάτια. «Προς ώπα» να φαίνονται τα μάτια. Αυτό το πώς απεικονίζεται θα το δούμε όλο. Αυτό που σας είπα τώρα είναι μερικές πολύ γενικές αρχές για τη θεολογία των εικόνων, όπου εμείς θα περιγράφουμε μετά όλες τις εικόνες σιγά-σιγά σε όλα αυτά τα μαθήματα. Τουλάχιστον μέχρι το Μάρτιο που θα κάνουμε το πρώτο εικοσάλεπτο «θεολογία της εικόνας», θα δείτε πάρα πολλές λεπτομέρειες και πάρα πολύ βαθιά θεολογία η οποία θα σας προκαλέσει να μελετήσετε θεολογικά, εάν θέλετε σοβαρώς να αγιογραφήσετε σωστά.

Σας είχα πει, είναι η μελέτη της Γραφής, των Πατέρων της Εκκλησίας και των ύμνων που αποτυπώνουν τη θεολογία της εικόνας. Όταν ακούτε έναν ύμνο, αυτό είναι θεολογία. Μελέτησε ένας το γεγονός αυτό και θεολογεί πάνω στο γεγονός. Το τροπάριο το αυριανό του αγίου. Δεν είναι απλώς περιγραφή της ζωής του. Είναι θεολογία της ζωής του. Και εδώ όπως είπαμε είναι μια θεολογία η οποία γίνεται δια του λόγου της Γραφής και της ζωγραφικής.

Για να δούμε, για λίγα λεπτά μόνο, την εικόνα της Γέννησης του Χριστού μας. Μερικά στοιχεία θα δούμε. Κοιτάξτε η εικόνα είναι πασίγνωστη σε εμάς. Για να δούμε κάποια κεντρικά γεγονότα της εικόνας. Στο κέντρο υπάρχει αυτό το σπήλαιο στο οποίο γεννήθηκε ο Χριστός, [και] στο βάθος είναι σκοτάδι. Να θυμίσω πως ποτέ στην αγιογραφία δεν αγιογραφούμε το κακό, ας πούμε το διάβολο, ποτέ. Ακόμη και το σκοτάδι εδώ είναι μια μικρή εξαίρεση, να δείξουμε αυτό που λέγει ο προφήτης Ησαΐας ότι ο Χριστός γεννήθηκε στο χώρο που ήταν εν χώρα και σκιά θανάτου. Ποτέ σκοτάδι. Υπάρχουν πολλές εικόνες με σκοτάδι που δεν ξέρουν [οι αγιογράφοι] θεολογία και γιατί το κάνουν. Π.χ. η αγία Μαρίνα με ένα διαβολάκι. Ποτέ δεν αγιογραφούμε το κακό. Είναι λάθος τελείως γιατί εμείς αγιογραφούμε ό,τι έκανε ο Θεός, το ενυπόστατο και όχι το ανυπόστατο. Ο διάβολος είναι ανυπόστατος. Προσέξτε «ανυπόστατος» δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Άλλο «υπάρχω» και άλλο «έχω υπόσταση». Διαφέρει πάρα πολύ. Δεν λέω «δεν υπάρχει ο διάβολος». Είπα ότι ο διάβολος είναι ανυπόστατος. Πολύ ουσιαστική διαφορά, εάν ξέρετε Ελληνικά. Είναι η θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας.

Ανυπόστατος σημαίνει πως ο Θεός δεν έφτιαξε τέτοιες μορφές. Ο διάβολος ήταν άγγελος. Ο Θεός έφτιαξε υπόσταση αγγέλου. Δεν έφτιαξε υπόσταση διαβόλου. Διότι ο Θεός είναι δημιουργός μόνο καλών. Δεν κάνει κακό πράγμα. Εν ελευθερία ο διάβολος θέλησε να γίνει ανυπόστατος. Υπαρκτός αλλά ανυπόστατος. Προσέξτε. Μάθετε Ελληνικά λιγάκι. Άρα ως δημιούργημα δεν υπάρχει διάβολος. Ήταν άγγελος που στη φύση του παραμένει άγγελος που διαστρέβλωσε αυτήν την αγγελική του φύση. Αυτό είναι το ανυπόστατο. Εμείς λοιπόν ποτέ δεν αγιογραφούμε το ανυπόστατο. Ούτε σκηνές τρόμου κλπ. Ποτέ.

Αυτό είναι πολύ βασικό στην αγιογραφία και δεν αγιογραφούμε ποτέ πρόσωπα τα οποία δεν τα είδαμε. Οι άγιοι όλοι φάνηκαν. Φανερώθηκαν. Στην εικόνα της Αγίας Τριάδος θα δούμε ότι τον Πατέρα δεν τον αγιογραφούμε. Τον Πατέρα δεν τον είδαμε ποτέ. Τον Υιό τον είδαμε, τον αγιογραφούμε. Το άγιο Πνεύμα το είδαμε ως περιστερά ή ως φως, το αγιογραφούμε. Τον Πατέρα δεν τον είδαμε και δεν τον αγιογραφούμε. Δεν υπάρχει αγία Τριάδα όπου θα δείτε τον Πατέρα με μια γενειάδα. Είναι λάθος η εικόνα και είναι η εικόνα θεολογικά ανυπόστατη, γιατί ποτέ δεν φανερώθηκε ο Πατέρας. Έτσι λοιπόν εδώ έχουμε το σκοτάδι, περιγράφεται αυτό το σκότος και η σκιά του θανάτου το οποίο λέγει ο προφήτης Ησαΐας. Μέσα στο σπήλαιο υπάρχουν δύο ζώα. Ένα γαϊδουράκι (όνος) και ένα βόδι. Δύο ζώα.

Γιατί δεν επιλέγουμε άλλα ζώα; Όπως επιλέγουν οι Χριστουγεννιάτικες κάρτες και για να είναι χαριτωμένες βάζουν κουνελάκια κλπ. ή μπορεί να βάλεις έναν δεινόσαυρο που θέλουν τα παιδιά. Η Αγία Γραφή σε αυτά τα δύο μόνο ζώα στέκεται, γιατί αυτά τα δύο ζώα τα αναφέρει και ο προφήτης Ησαΐας και ο προφήτης Μιχαίας που αναφέρονται προφητικά στο γεγονός της γέννησης. Και οι δύο προφήτες αναφέρονται σε δύο ζώα ανάμεσα στα οποία θα γεννηθεί ο Χριστός.

«Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση», λέει ο προφήτης Μιχαίας και ο Ησαΐας, προσδιορίζει τα ζώα, και λέει «έγνω βους τον κτησάμενον αυτόν και όνος τον κύριον αυτού, ο δε Ισραήλ ουκ έγνω». Βλέπε λέει βους και όνος. Τι σημαίνει τώρα βους και όνος; Κατά τα μέτρα της ερμηνευτικής των Πατέρων της Εκκλησίας μας είναι πρώτα-πρώτα τα άλογα ζώα, το άλογο του ανθρώπου, είναι δύο ειδών άλογα ζώα.

Είναι οι εξ Ιουδαίων και οι εξ εθνικών χριστιανοί. Ποιοι προσκύνησαν το Χριστό; Οι Εβραίοι οι οποίοι είχαν γνωρίσει το Χριστό λίγο πιο πριν, λόγω της αποκαλύψεως που έγινε σε αυτούς, και μετά οι εξ εθνών χριστιανοί. Είναι δύο κατηγορίες. Οι εξ εθνών και οι εξ Ιουδαίων. Και οι δύο είναι άλογοι όμως. Και οι Εβραίοι γνώρισαν [το Χριστό] και αυτοί τον σταύρωσαν, οι άλλοι δεν τον ήξεραν καθόλου το Χριστό. Είναι πάντοτε δύο ζώα και παραμένουν δύο ζώα. Τίποτα άλλο. Ένας ο οποίος θα τολμήσει να κάνει κάτι άλλο αλλάζει την Αγία Γραφή. Μερικά δευτερεύοντα στοιχεία μπορεί να αλλάξει εάν επιτρέπεται με κάποια φειδώ. Κάποιο χρώμα ρούχου. Τίποτε άλλο. Αλλά ποτέ τα κεντρικά στοιχεία. Όπως ο Χριστός o οποίος είναι μέσα στο χώρο αυτό, μέσα στο κρεβατάκι στο οποίο βρίσκεται. Αυτό θα το κάνετε έτσι και μόνο έτσι. Ποτέ τίποτα άλλο. Ούτε κρεβατάκι, ούτε άλλα ρούχα.

Και τα δύο είναι στοιχεία θεολογικά και δογματικά ταυτόχρονα. Ο Χριστός φοράει αυτά τα ρούχα γιατί ακριβώς έρχεται για να σταυρωθεί και να πεθάνει για εμάς. Αυτή η γιορτή των Χριστουγέννων δεν είναι μια αυτοτελής γιορτή. Aυτή η γιορτή των Χριστουγέννων έχει νόημα εάν αυτό που γίνεται τώρα καταλήγει σε ένα γεγονός σωτηριολογικό για την ανθρωπότητα. Μεγάλο πράγμα όταν ο Θεός γίνεται άνθρωπος, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για τη σωτηρία. Πρέπει να καταλυθεί ο Άδης. Γι’ αυτό σε εμάς τους ορθοδόξους η εορτή των εορτών είναι το Πάσχα. Στη Δύση είναι τα Χριστούγεννα. Εκεί γιορτάζουν τα Χριστούγεννα. Το Πάσχα είναι μια γιορτή αρκετά υποτιμημένη. Εμείς λοιπόν και το γεγονός αυτό το μεγάλο της Γέννησης του Χριστού το λειτουργούμε ως υπηρετικό της Αναστάσεως, του έργου σωτηρίας του ανθρώπου. Έτσι το παιδί αυτό που γεννιέται τώρα ετοιμάζεται να πεθάνει και να σταυρωθεί για εμάς. Και το πεθαμένο πάνω του, το δείχνει με αυτά τα σουδάρια. Είναι τα σουδάρια με τα οποία τύλιξαν το Χριστό κατά την ώρα της αποκαθήλωσής Του όταν Τον πήγαιναν στον τάφο. Τα σουδάρια [είναι αυτά] τα οποία βρήκαν μετά οι μυροφόρες στον άδειο τάφο τυλιγμένα. Είναι το παιδί το οποίο θα πεθάνει για εμάς. Γι’ αυτό δεν μπορείς να βάλεις στο Χριστό για λόγους δογματικούς οποιαδήποτε άλλα ρούχα, αλλά τα ρούχα αυτού ο οποίος ετοιμάζεται να πεθάνει και να αναστηθεί….. Ταυτόχρονα και το κρεβάτι στο οποίο βρίσκεται είναι τάφος. Είναι ο τάφος μέσα στον οποίο μπήκε ο Χριστός για να αναστηθεί. Δεν είναι οποιοδήποτε κρεβάτι. Γι΄ αυτό όταν βλέπουμε [κάποια άλλη] εικόνα και λέμε «τι ωραία εικόνα», [να γνωρίζουμε ότι] είναι τελείως λανθασμένη.

Αυτή η θεολογία [της αγιογραφίας] ξέφυγε τελείως από το χώρο των Ρωμαιοκαθολικών. Γιατί οι Προτεστάντες δεν έχουν [αγιογραφία], απλώς έχουν κάποια βιτρώ πάνω στα τζάμια. Ανάγκη και αυτοί να απεικονίσουν κάτι. Βλέπεις εδώ. Είναι το κρεβατάκι. Βλέπετε αμέσως μπήκαμε στα γεγονότα τα βαθιά, τα πολύ βαθιά θεολογικά. Θα αναλύσω αυτήν την εικόνα και την άλλη φορά.

Τελειώνουμε με ένα γεγονός το οποίο θα το δούμε ταυτόχρονα και στην επόμενη εικόνα που θα αναλύσουμε μετά τη Γέννηση, που είναι ο Ευαγγελισμός, στην εικόνα της Παναγίας. Η Παναγία πάντοτε όταν αγιογραφείται πρέπει να έχει -πάντοτε, μα πάντοτε- στο κεφάλι της και στις δύο πλάτες της -εδώ και εδώ- τρία αστεράκια. Τα βλέπετε, τρία αστεράκια. Στο κεφάλι της και στις δύο πλάτες της. Τα αστεράκια αυτά είναι οκτάκτινα. Αυτό είναι δογματικό στοιχείο και κανείς δεν μπορεί να το αλλάξει. Και το οκτάκτινο και το τρία. Το τρία σημαίνει ότι η Παναγία δογματικά είναι αειπάρθενος. Αειπάρθενος σημαίνει ότι ήταν παρθένος προ του τόκου, κατά τον τόκο και μετά τον τόκο. Προ, κατά και μετά. Αυτό εκφράζει την αειπαρθενία. Το αεί πώς είναι; Eίναι το πριν, το τώρα και το μετά. Το αειπάρθενο εκφράζεται δια των τριών αστέρων και είναι απαραίτητο αυτό να δηλωθεί, για να δηλωθεί ότι δεν είναι μια οποιαδήποτε γυναίκα είναι Η γυναίκα που είναι πάντοτε αειπάρθενος. Και ταυτόχρονα τα αστεράκια είναι οκτάκτινα, με οκτώ ακτίνες. Δεν είναι και αυτό τυχαίο γιατί δεν μπορείς να κάνεις ένα αστεράκι με πέντε ή έξι ακτίνες ή με τρεις ακτίνες, γιατί με την Παναγία εγκαινιάζεται το έργο του μυστηρίου της 8ης ημέρας της δημιουργίας. Ο Θεός έκανε τον κόσμο σε έξι ημέρες. Εκεί τελείωσε το έργο Του. Και έλεγε πάντοτε η Αγία Γραφή - εάν πάρετε το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως. «Και εγένετο πρωί και εγένετο εσπέρας ημέρα πρώτη. Και εγένετο πρωί και εγένετο εσπέρας ημέρα δεύτερη. Και εγένετο πρωί και εγένετο εσπέρας ημέρα Τρίτη» και κλείνει τις ημέρες. Τέλος, φτιάχνει και τον άνθρωπο και λέει «εγένετο πρωί εγένετο εσπέρας ημέρα έκτη». Και τελείωσε η δημιουργία. Η έβδομη ημέρα, την ξέρετε πολύ καλά, περιγράφεται στο 2ο κεφάλαιο της Γενέσεως που λέει ότι ο Θεός «κατέπαυσεν από των έργων Αυτού» την έβδομη ημέρα.

«Κατέπαυσεν» την έβδομη ημέρα. Εάν ψάξετε όλη τη Γραφή, δεν θα βρείτε να τελειώνει πουθενά η έβδομη μέρα. Δεν θα πει «και εγένετο εσπέρας και εγένετο πρωί ημέρα εβδόμη». Η ημέρα η εβδόμη μένει ανοιχτή. Είναι η ημέρα την οποία ζούμε σήμερα. Είμαστε στην εβδόμη ημέρα της δημιουργίας. Γι’ αυτό έμεινε ανοιχτή αυτή η ημέρα. Αλλά μέσα στην εβδόμη ημέρα ο άνθρωπος απέτυχε να γίνει αυτό που ο Θεός τον προετοίμασε να γίνει.

Και ο Θεός, συγχωρώντας την αποτυχία του ανθρώπου, εγκαινιάζει την όγδοη ημέρα, που είναι -η όγδοη ημέρα- το έργο της θείας οικονομίας και σε αυτό το έργο μετέχει η Παναγία. Τώρα που ζούμε εδώ, σε αυτό τον κόσμο, ζούμε την έβδομη ημέρα της δημιουργίας ως αποτυχημένου κόσμου και ταυτόχρονα, εάν ζούμε στην Εκκλησία, ζούμε ταυτόχρονα και την 8η ημέρα της δημιουργίας.

Μετά τη Δευτέρα Παρουσία θα έχουμε μονάχα την 8η ημέρα της δημιουργίας. Όποιος έχει κουράγιο στο μέλλον, να διαβάσει αυτά τα στοιχεία. Ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής, πάρα πολύ πρώιμα εκεί τον 6ο – 7ο αιώνα, περιγράφει βαθύτατα το μυστήριο της 8ης ημέρας. Βλέπετε εδώ έχουμε απεικόνιση θεολογίας. Αλλά δεν λέμε πολλά λόγια. Εδώ υπάρχουν τρομερά μυστικά βλέπετε. Είναι πολύ πιο δύσκολο να διαβάσεις αυτό, παρά τον Μάξιμο τον Ομολογητή. Ο Μάξιμος το λέει καθαρά. Εδώ πρέπει να ξέρεις Μάξιμο για να καταλάβεις αυτό το γεγονός.

Σας έφερα λίγο στα κλειδιά και στα μυστικά του μυστηρίου της θεολογίας της εικόνας, την οποία θα την κάνουμε όλο το χρόνο σχεδόν με ποικίλους τρόπους, για να μπείτε σε αυτή τη βαθιά έκφραση της Ορθοδοξίας για τους αγιογράφους. Χωρίς τη θεολογία δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα.

Οι Ορθόδοξοι πρέπει να είναι θεολόγοι, δεν είναι θέμα πτυχίου. Είναι θέμα προσωπικής συμμετοχής στα γεγονότα και φυσικά προσωπικής κάθαρσης και φωτισμού. Δεν είναι θέμα τεχνικής. Οι αγιογράφοι, για να κάνουν εικόνες παλιά, νήστευαν πάρα πολλές μέρες, έκαναν προσευχές, Παράκληση και ξεκινούσαν. Και εάν θέλετε κάτι να μάθετε εδώ, σε αυτό το χώρο, ή όταν ετοιμάζετε να αγιογραφήσετε οτιδήποτε, θα το κάνετε εν νηστεία και προσευχή. Θα κάνετε προσευχή για τα γεγονότα, για να μετέχετε στα γεγονότα και να γίνεται μια αλληλοπεριχώρηση. Όταν αγιογραφείς τον άγιο, γνωρίζεις τον άγιο και γίνεται μια αλληλοπεριχώρηση. Να διαβάσετε το βίο του αγίου. Να μάθετε τα τροπάρια του αγίου. Δεν είναι αυτό μια τεχνική. Γι΄ αυτό η αγιογραφία έχει μια δυνατότητα να έχει αύξηση. Αύξηση δεν σημαίνει να κάνω νέα μοντέλα αγιογραφίας. [Σημαίνει] να μπορώ αυτήν τη θεολογία να την εκφράζω βαθύτερα. Στην Εκκλησία τίποτα δεν είναι στατικό και δεν παραμένει αρτηριοσκληρωτικό. Αύξηση γίνεται από ανθρώπους που είναι φωτισμένοι και η Χάρη του αγίου Πνεύματος δίνει αύξηση. Και όχι η δική μου ιδέα να κάνω μια μοντέρνα Σχολή αγιογραφίας. Βλέπετε, εάν μελετήσετε τη διαχρονική πορεία της αγιογραφίας θα δείτε μια αύξηση · χωρίς να καταλαβαίνετε τη διαφορά, θα την βλέπετε. Να δείτε ας πούμε τη Σερβική Σχολή αγιογραφίας που έρχεται μετά από τις δύο βασικές Σχολές Πανσέληνος και Θεοφάνης. Παραμένουν εκεί, αλλά βάζουν μια άλλη πιο βαθιά ποικιλία χωρίς να αλλάξουν τη θεολογία, την εικόνα, τις ισορροπίες και είναι μια πολύ βαθιά αύξηση της εικόνας η οποία είναι μεταγενέστερη, γιατί το άγιο Πνεύμα πάντα δίνει αύξηση στους ανθρώπους. Να μην πω κάτι άλλο και σας κουράζω περισσότερο.

Ερώτηση: Ποιοι είναι οι εθνικοί και ποιοι οι Ιουδαίοι; Με ποιο ζώο απεικονίζεται ο καθένας;

Απάντηση: Με το μοσχάρι οι εξ Ιουδαίων χριστιανοί και οι Πατέρες λένε ότι οι εξ Εθνικών χριστιανοί απεικονίζονται με ένα γαϊδουράκι… Το πιο άλογο από τα δύο. Δεν έχει τόσο σημασία.


The following text is the written edition of the introductory session of the Theology of Orthodox icons of the workshop on icon making, given, on Friday, November 4th, 2005, by father Konstantinos Stratigopoulos, vicar of the Church of Dormition of the Holy Metropolis of Glyfada, Attica, Greece.

Principles of Hagiography that is Holy image (icon) making or Iconography and analysis of the icon of the All Holy mother of Jesus.

In the beginning of our lessons and we will start with a twenty minute session that we will specify as Theology of Icons because Icon Theology is very essential for us in order to know how to create the holy images. We do not simply describe the events and impress them in a subjective manner from our own intellectual and artistic ability and experience. Every line that is made and drawn here has a Theology because the icon unfolds all the theology of the Church Fathers.

Our Church, for the possibility of studying the events that arise from the experience of the Divine Economy has the Holy Bible that tells us about the events, has the Church Fathers that interpret the events, has the Hymns that also interpret the events - the hymns are an interpretation of the texts of the Bible – and has the icons that are also an interpretation through graphic art. Therefore in order for us to interpret, as the Church Fathers do in order to interpret the Holy Bible, the iconographer must be an illuminated person, participating in the events of the Church and knowing the holy Bible.

Iconography is a teaching of a specific expression (“language”) that is the “language” of the Holy Bible. Thus the icon painter must know the hermeneutics of the Church in all the events in order from him to reflect in the painting the theology that is reflected in the Bible and the Church Fathers. Hence no one can take and describe the events with his own imagination. You will notice this in the course of our lessons that each line, each expression – many elements are indeed dogmatic - are unchangeable. You cannot change the doctrine. And here on these icons we always engrave and impress the doctrine. And in the doctrine nobody intervenes. You will see this along the way and you will understand this, and I personally consider this the most important part of these inaugural courses, because if you simply learn a technique without knowing the deeper theology, you will do nothing. You will simply reciprocate on “how to do it”, “this way or that way”, or you will become imitators and icon copiers and nothing else.

After we begin the theology today for first time, I will tell you some very basic principles of the icons, to simply remember them, in order to have them in your mind as a general structural element, and on these general principles we will build the further foundations for what is called theology of the icon.

The first basic principle of the icon, an essential basic principle is that the icon, any icon expresses events in two dimensions, never in three dimensions. In two dimensions. During the early years of the first Church there were some sculptures and bas-reliefs that were gradually abandoned and abolished. And this is a theology. On the contrary in the Roman Catholic Church as you can see, sculptures remained. In our Church they were completely suppressed for reasons deeply theological and deeply essential for the event of which the faithful functions (experiences) in front of the icon. As you see when I say two dimensions, I have height and width, I do not have depth and perspective drawing.

Of course, in an hagiographical technique one could also make depth, by drawing what is called a vanishing and reference point anywhere on the horizon and based on that point, have the events in front of it appear larger, and events that he has behind of it appear smaller. Even if the icon has a multiple events expressed theme, and is descriptive of them - and there are many themes that could be central or background -the balance of forward-backward, small or large is overthrown. Here as you see we have the event of the Nativity of Christ, a multiple event related icon. We are not interested in having perspective in the icon. We must necessary have only height and width, never depth. Why do we adopt this irregular parameter since a rational art technique tells me to have depth so I can see the events better?

The three dimensions in the classical sense, so to speak, of the Euclidean geometrical space, not considering other dimensions like time, but height, width and depth in the three-dimensional geometry are something very real and very existent but are self sufficient meaning that something that has height, width and depth is self sufficient, it does not need something else. It is definitely an object, visible from any side. If somebody stands in front of the icon and sees only height and width and does not see depth the icon invites him to understand that the icon is incomplete. See carefully. Why is it incomplete? What is absent? The depth. This happens for the observer to understand that he himself who stands in front of the icon is the missing depth. The icon is neither a museum event nor an art event. It is an event that invites me to participate in the pictured happenings. An event of prayer.

Τhe believer who stands in front of the icon and feels the absence of depth, becomes himself the depth. That is to say, instead the depth being behind the pictured events, the depth is me or I become the third dimension by standing in front of the icon. It is a very important principle, a fundamental principle which cannot be explained with the means of reasonable interpretation thinking of Western icon studiers, who say that it is a nice art but it is inadequate, because it is lacking depth. But we do not make art for art, we make art for the prayer.

It is a reductive art, interpretive of the text as I mentioned and simultaneously reductive. This means that Christ will participate in the events and will fulfill the missing depth by His presence in the front of the icon. Hence we do not like having icons in the museums, for the visitors simply to observe them. Icons are for churches where someone stands in front of and prays to the icon. And someone can become sanctified in front of the icon. We often say that there are sanctified icons and one icon gives off myrrh which scents. How did the icon sanctify? For two reasons.

The first reason is that the iconographer that made the icon could have been a Saint. And the icon itself became sanctified. The second reason is that in front of the icon many people became sanctified. Tears, sorrow, repentance and that icon became more sanctified. These are the sanctified icons. The wood itself has no such properties but people are the cause of the sanctified properties on objects. As you see we have the shadow of Peter, the cloth of Christ did healings, the mantle of prophet Elijah, the chains of St. Peter all did miracles. What were these? They were objects that receive sanctification from the sanctified person. Alone an object is not capable of anything. Therefore this was the first basic principle of the cancellation of the third-dimensional space and the engagement of the third dimension on the person that participates into these events.

A second principle which appears thunderously enough on this Nativity icon – soon after I will mention a few more words on the Nativity icon although its events are multifold, and I will get into more detail next time – has to do with the description of the events.

As you see all events are described here. We have the All Holy mother, Christ, the angels who are descending, some shepherds who observe the events, Joseph who is thinking if he should keep the all holy mother or not, the three wise men who are coming, a lot of events that happened diachronically in a icon. We do not describe things like the sequence in cartoons. All the diachronic events gather here at once. Therefore the icon has as a second principle the principle of the cancellation of time and the surpassing of time. In the Church time is cancelled and everything becomes eternity.

What do we say during Easter Holy week: «Today is hung upon the cross, He who suspended the earth amid the waters», or during Christmas: «Today is born from the Virgin…».

Ηow do they mean «Today»? Ιt means elimination and surpassing of time and they assume that every event is done today, all events are together. There are a couple of icons that show this. Let me mention one so you can understand how this happens. It is the icon of Ascension of Christ, forty days after His resurrection. Here you see the All Holy mother up front and the Apostles all around. That is how the events took place. Angels descended. He ascended with the angels to the heavens. Fine up to here. However this icon could be considered absurd for the events within it. Up front here is apostle Paul, who apostle Paul at the time of the Ascension was not even a Christian. If you read the texts of the Acts of the Apostles where the story of the Ascension is described, it is in the first chapter of the Acts. Apostle Paul sees the light in Damascus and repents in the 9th chapter. Hence the icon here is un historical. Apostle Paul seems not to «have business» in the Ascension. However for us he has a purpose.

Since he repented he gains the previous time. He is present in time. He who repents gains the previous time. You see this is an elimination of time. We have more such icons that describe such events that surpass time. And this is a very important principle. We do not say «Paul wasn’t there». He was, since he repented.

Another very basic principle is that the images do not have shadows. On the ground here we do not have shadows or under shade. No shade. Why aren’t there any shadows? Shadows exist. Wherever there is a source of light. Light comes from the source and leaves a shadow on the ceiling, a shadow on the street, the shadow of the lamp. There is a source of light from where light comes from. If the light is everywhere, if the light comes from all quarters, and it comes from everywhere, there can be no shadow, the shadow is deleted. All is light.

And in the icon we express all as light. Simply there are just a few folds in clothing but in the icon all are light. We never draw shadows or under shade because it is a condition where it removes the concept of the kingdom of heaven. The light in which the images are embedded, especially the icons that are on wood is shown with gold. Gold expresses this light and of course on the walls and frescoes, because gold cannot be applied easily, other colors are used, but specifically for its application on wood it states the existence of no shadow and that light comes from everywhere. This light is the light of the kingdom of God the uncreated light. This was another essential principle that concerned the shadow and the light and how it is outpoured on the icons.

And another key principle - although I can not say why.... -I am necessarily condensing these principles in order for you to have an initial understanding of these courses of the theology of the icon - is that the saints, any of the saints described on the icon are viewed in portrait with facial characteristics visible. The facial view does not always mean as this, as Christ is here, who sees in the person.

See below the Apostles being side portraits. Here there are side portraits but in all figures both eyes appear visible. We call it side depiction. The icon never displays a side profile. It can be a slightly side depiction or front depiction and we always say that we see the icon “in person”.

The face is never eliminated and because of its theological meaning that we will see God «face to face».

Face or «Prosopon» means pros-opa, that is “Towards-the eyes”. To the Eyes. «Opa» are the eyes. Prosopon (Person) is the look towards prosopon, that is to the face and eyes. And the Saints see God person to person at the limits that they are capable of doing so. We will talk about these facts in other icons, as St Paul writes about the «face to face» experience, but certainly there are some exceptions.

I would sincerely point some a few exceptions in some elements of certain pictures. I do not know why, I will always say in some pictures you will see it and say why is this person drawn profile. Theofanis, the Cretan the great iconmaker has done some icon representations where some personalities are drawn profile. I do not know why. I cannot understand it. But the theology of the icons always requires the face depiction to be with both eyes visible. «pros-opa» with eyes appearing.. We will study how this is portrayed on drawings.What we went through today were some very general principles for the theology of the icons. With these we will slowly describe all the icons in the following lessons. At least up to March when during the first twenty minutes of the lesson we will do theology of the icon you will see many details and very in depth theology that will motivate you in theological study, if you want to seriously icon paint correctly.

We had discussed that it is the study of the Scripture, the Fathers of Church and hymns that reflect the theology of the icon. When you listen to a hymn that is theology. Someone has studied the event and theologized on the event. Tomorrow’s chant of the Saint. It is not simply a description of his life. It is the theology of his life. And here as we said it is a theology which is made through the word of the Scripture and of painting. Lets examine for a few only minutes the icon of the Nativity of our Christ. We will look into some elements. Notice that it is a well known icon to us. Let’s look at some key events in the picture. In the center there is the cave where Christ was born, and in the background is darkness.

Let me remind that never in iconmaking we portray evil, say the devil, we never do. Even darkness here is a small exception to show what prophet Isaiah says, that Christ was born where «the region and shadow of death» existed (Isaiah 9, 2). Never portray darkness. There are a lot of icons with darkness where icon makers do not know theology. For example St. Marina with a small demon. We never portray evil. It is completely wrong because we draw anything created by God that is enhypostasized not the unhypostasized. The devil is unhypostasized. Be aware that unhypostasized does not mean that it does not exist. It is another thing to say that I exist, I am a being and another that I have hypostasis. It differs much. I do not say “the devil does not exist”. I said that the devil is unhypostasized. Very substantial difference if you know Greek. It is the theology of the Fathers of the Church.

Unhypostasized means that God made no such forms. The devil was an angel. God made the hypostasis of the angel. He did not make hypostasis of the devil. Because God is author of good only. He does not make bad things. Exercising free will the devil wanted to become unhypostasized. He is existent but Unhypostasized. Be cautious and learn the meanings of the Greek language used. Hence as a creation the devil does not exist. He was an angel where within his nature and essence he remains an angel who distorted his angelic nature. This is the Unhypostasis. We therefore never paint the Unhypostasis. Nor scenes of horror etc. Never...

This is very basic in icon making and we never make icons of persons that we did not see. The saints all appeared. They were revealed. In the icon of the Holy Trinity we will see that the Father is not portrayed. We have never seen the father. We have seen the son and we portray him. We have seen the Holy Spirit as a pigeon or as light and we paint it. We have not seen the Father and we do not portray him. There is not an icon of the Holy Trinity where you will see the Father with a beard. It is an incorrect icon and it is an icon theologically Unhypostasized because the Father has never been revealed. In this icon we have the darkness, «the darkness and the shadow of death» is described of which prophet Isaiah speaks about. Inside the cave there are two animals. A donkey and an ox. Two animals.

Why not choose other animals, as Christmas cards choose and in order to be charming they put bunnies and whatever else a child would like, perhaps a dinosaur. The Bible stands only on these two animals because these are the two animals that Prophet Isaiah and prophet Micah referred to, when they prophesized the event of the Nativity. Both prophets refer to two animals in between which Christ will be born.

«In the midst of two animals make known» (Habbak 3, 2) says prophet Micah and Isaiah and determining the animals they say «The ox knows his owner, and the donkey his master's crib; but Israel doesn't know, my people don't consider» (Ιsaiah 1, 3). Notice he says ox and donkey. What does this mean? With the perspective of the hermeneutics of our Church fathers initially they mean the irrational animals, the irrational in humans. There are two kinds of irrationality regarding humans.

There are the Christians of Judaic descent and the Christians of Gentile descent. Who knelt to Christ? The Jews who had met Christ a little earlier due to the revelation made to them and after them the Gentile Christians. They are two categories. The ones from gentiles and the ones from Jews. Both are irrational however. Both the Jews met him and crucified him and the gentiles did not know him at the time. They are always two animals in the cave that will remain two animals.

Nothing else. One who would dare to do something different alters the Bible. Some minor details may change as sparingly permitted. Some color clothing. Nothing else. But never the key elements. For example no changes with Christ who is in this area, in the manger where he is placed. This you will portray in this certain way. Nothing else. Neither a bed nor any other clothes.

Both are theological and dogmatic elements. Christ wears these clothes because precisely he comes in order to be crucified and die for us. This feast of Christmas is not a stand-alone feast. The feast of Christmas has a meaning if what is taking place leads to an event of salvation for humanity. It is a great event when God becomes man but this isn’t enough for salvation. Hades, the dominion of death, must be abolished. This is why in the orthodox world the feast of feasts is Easter. In the West it is Christmas. Easter there is a feast quite undervalued. In the orthodox church the great event of the Nativity of Christ functions to serve the Resurrection, the work of the salvation of man.

Thus this child that is born now prepares to be crucified and die for us. And he shows the taking of death upon him with the linen burial shroud that he is wrapped with in the manger. It is the linen burial shroud that Christ was wrapped with at the time of his deposition when he was taken to the tomb. It is the burial shroud that the myrrh bearing women found wrapped in the tomb. In the Nativity icon he is the child destined to die for us. For this for dogmatic reasons you cannot put on Christ any other clothes, but the clothes of him who is preparing to die and resurrect. Simultaneously the bed which he is put is a tomb. It is the tomb in which Christ entered in order to resurrect. It is not any bed. That is why when we see any other romantic picture and say what a nice picture it is theologically wrong.

This theology has moved away completely from the methodology of space depiction in existent iconography in Roman Catholicism. Protestants do not have Hagiography, they have some icons on stained glass windows. A need for them to portray something. Examining Christ’s manger as his future tomb, we have entered events deeply theological. I will analyze this icon next time. Finishing only with a fact which we will also see in the next icon picture that we will analyze after the Nativity which is the Annunciation is in the icon of the All Holy mother.

Whenever the All Holy Mother is portrayed she must always have, always on her head and two shoulders three small stars. These stars have eight rays each. This is a dogmatic element and no one can change it. Dogmatic are the 8 rays and the quantity three. The three determines the dogmatic perpetual virginity of the All Holy. Perpetual virginity means that she was virgin before she gave birth, during birth and after birth. Before, during and afterwards. This expresses perpetual virginity [aeiparthenia]. How is “perpetual”? It is pre, at and after. Perpetuality of virginity is expressed via the three stars and it is essential that it is declared to indicate that this is not any woman, it is the woman who is always perpetual virgin. And simultaneously the stars are with eight beams. This is not by chance because you cannot draw an asterisk with five or six rays or with three rays because the All Holy inaugurates the work of the mystery of the eighth day of creation. God created the world in six days. There he ended his work. If you take the first chapter of the book of Genesis, «And the evening and the morning were the first day»… «And the evening and the morning were the second day»….«And the evening and the morning were the third day»…and the days close. Finally He creates man and says «And the evening and the morning were the sixth day». And creation ends. The seventh day as you all very well know is described in the second chapter of Genesis which says «And on the seventh day God ended his work which he had made».

He ended on the seventh day. If you search the entire Bible there is no verse mentioning that the seventh day ends somewhere like saying «And the evening and the morning were the seventh day». The seventh day is still present. It is the day we live today. We live in the seventh day of Creation. This is why this day remain open. But during the seventh day man failed to become what God prepared him to become.

And God forgiving man’s failure inaugurates the eighth day, where the eighth day is the work of the divine economy and in this work participates the All Holy mother. Living in this world today we are living in the seventh day of creation as a failed world and simultaneously if we live in the Church we experience also the 8th day of creation.

After the second coming we will have only the 8th day of creation. Whoever has courage he can do in the future reading on these elements. Saint Maximos the Confessor very early in the 6th - 7th century describes very deeply the mystery of 8th day. As you see here we have depiction of theology. But we do not say a lot of things. Here exist unimaginable secrets as you see. It is much more difficult to «read» this than to read Maximos the Confessor. Maximos states the theology clearly. Here you should you know Maximos in order to understand this fact.

I brought you to some keys and secrets of the mystery of the theology of the icon. We will do this for all years’ lessons in order for you to enter this deep expression of orthodoxy for hagiographers. Without the theology you cannot make anything.

The Orthodox should be theologians and this is not a matter of an academic diploma. It is a matter of personal involvement in the events and of course personal cleansing and illumination. It is not a matter of technique. In the distant past icon makers in order to make icons they fasted many days, did a lot of prayers, made an appealing and began the work. If you want to learn something here in this tradition, or anything you are preparing to draw you will do it with fasting and prayer. You will do prayer for the events in order for you to participate in an interbeing manner with the events (αλληλοπεριχώρηση). When icon portray the Saint, you meet and know the Saint the Saint, and this becomes a spiritual interbeing experience. Read the life of the Saint. Learn the chants of the Saint. This is not a technique. It is Church life expressed in a work or process of art making. For this reason iconography has the possibility of evolving and increasing. «Increase» does not mean I make new methods for hagiography. It means the ability to express this theology in a deeper sense. In Church nothing remains static and dormant. «Increase» is achieved by people that are illuminated and the grace of the Holy Spirit gives the ability to «Ιncrease». It is not my own idea of making a modern school of iconographical methods. If you study the diachronic course of hagiography you will see an increase without noticing difference in the key theological elements. You will understand though a later from a previous work. Notice for example the Serbian school of Hagiography that comes after the two basic Schools of Panselinos and Theophanes. They remain with the tradition but they introduce another deeper variety without changing the theology, the icon, the balances, and it is a very deep “increase” of the icon which is of a later period because the Holy Spirit always gives «increase» to people.

Question: Who are the gentiles and who are the Jews? With which animal is each group portrayed?

Answer: With the ox the Christian Jews and the Church Fathers say that the Gentile Christians are depicted with a donkey…The more irrational of the two. It does not have much importance.

Περί Εκκλησίας Του Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Ρωμανίδου - On the Church By Protopresbyter fr. John Romanides( † )


Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, το οποίον αποτελείται από όλους τους εις Χριστόν πιστούς, τους μετέχοντας εις την πρώτην ανάστασιν και τους έχοντας τον αρραβώνα του Πνεύματος ή και προγεύοντας την θέωσιν. Και προ της δημιουργίας υπήρχεν η Εκκλησία η άκτιστος, ως κεκρυμμένη εν τω Θεώ βασιλεία και δόξα εν ή κατοικεί ο Θεός μετά του Λόγου και του Πνεύματος Αυτού. Δια βουλεύματος του Θεού εκτίσθησαν οι αιώνες και αι εν αυτοίς ουράνιαι δυνάμεις και οι ασώματοι νόες ή άγγελοι και εν συνεχεία ο χρόνος και ο εν αυτώ κόσμος εν ώ εδημιουργήθη και ο άνθρωπος συνδέων εν εαυτώ την νοεράν ενέργειαν των αγγέλων μετά του λόγου και του ανθρωπίνου σώματος.

Η Εκκλησία είναι αόρατος και ορατή, ήτοι αποτελείται από τους επί γης στρατευόμενους και από τους εν ουρανοίς, δηλ. την δόξαν του Θεού θριαμβεύσαντας.

Εις τους διαμαρτυρόμενους επικρατεί η γνώμη ότι η Εκκλησία είναι μόνον αόρατος, τα δε μυστήρια του βαπτίσματος και της θείας ευχαριστίας είναι μόνον συμβολικαί πράξεις και ότι μόνον ο Θεός γνωρίζει τα πραγματικά μέλη αυτής. Εν αντιθέσει, η Ορθόδοξος Εκκλησία τονίζει και το ορατόν της Εκκλησίας. Εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία.

Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού είναι το κατοικητήριον της ακτίστου δόξης του Θεού. Τον Χριστόν δεν δυνάμεθα να τον ξεχωρίσωμεν από την Εκκλησίαν αλλά ούτε και την Εκκλησίαν από τον Χριστόν. Εις τον Παπισμόν και Προτεσταντισμόν γίνεται σαφής διάκρισις μεταξύ σώματος του Χριστού και της Εκκλησίας. Δύναται δηλ. κανείς να μετέχη του σώματος του Χριστού χωρίς να είναι μέλος της Παπικής εκκλησίας. Τούτο δια την Ορθόδοξον είναι αδύνατον.

Κατά τους Καλβινιστάς ο Χριστός μετά την ανάληψιν κατοικεί εις τον ουρανόν και επομένως είναι αδύνατος η μετατροπή του άρτου και του οίνου εις πραγματικόν σώμα και αίμα του Χριστού. Παντελής απουσία του Χριστού. Το ίδιο περίπου τονίζεται και εις την Παπικήν εκκλησίαν, διότι δια της ευχής του ιερέως, ενώ ο Χριστός δεν ήτο παρών, τώρα κατέρχεται εκ των ουρανών και γίνεται παρών. Άρα ο Χριστός απουσιάζει από την Εκκλησίαν. Μέλη της εκκλησίας ως προαναφέρθη είναι οι έχοντες τον αρραβώνα του Πνεύματος και οι τεθεωμένοι.

Εις την αρχαίαν Εκκλησίαν, όταν ομιλούσαν περί του σώματος του Χριστού και περί του Χριστού ως κεφαλή της Εκκλησίας δεν εννοούσαν βεβαίως ότι ο Χριστός ήτο εξαπλωμένος σωματικώς εις όλον τον κόσμον και ότι π.χ. είχε την κεφαλήν εις την Ρώμην, το ένα χέρι εις την Ανατολήν και το άλλο εις την Δύσιν, αλλ' ότι ολόκληρος ο Χριστός υπάρχει εις εκάστην επί μέρους εκκλησίαν με όλα τα μέλη της ήτοι τους Αγίους και πιστούς της Οικουμένης. Τοιουτοτρόπως όταν τελώμεν την Θ. Ευχαριστίαν, κατά την διδασκαλίαν των Πατέρων, είναι, παρών όχι μόνον ο Χριστός αλλά και όλοι οι Άγιοι και οι Χριστιανοί απάσης της Οικουμένης, είναι παρόντες εν Χριστώ. Όταν δε κοινωνώμεν ένα μικρόν τεμάχιον του Αγίου Άρτου, λαμβάνομεν εντός μας ολόκληρον τον Χριστόν. Συνερχόμενοι οι Χριστιανοί επί τω αυτώ συνέρχεται ολόκληρος η Εκκλησία και ουχί μέρος αυτής. Δια τον λόγον αυτόν έχει επικρατήσει εις την Πατερικήν παράδοσιν, η εκκλησία ενός μοναστηρίου να ονομάζεται «Καθολικόν». Ο προορισμός όλων των πιστών είναι η θέωσις. Αυτή είναι και ο τελικός σκοπός όλων. Δι’ αυτό πρέπει ο Χριστιανός να βαδίζη από δόξης εις δόξαν, ήτοι ο δούλος να γίνη μισθωτός και έπειτα υιος του Θεού και μέλος πιστόν Χριστού. Εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία. Ο Χριστός προσφέρει την σωστικήν χάριν εις όλους τους ανθρώπους. Όταν σώζεται κανείς εκτός της ορατής εκκλησίας, τούτο σημαίνει πως ο Χριστός ο ίδιος σώζει αυτόν.

Εάν αυτός είναι μέλος ετερόδοξον, τότε σώζεται αυτός διότι τον σώζει ο Χριστός και όχι η «Παραφυάς» εις την οποίαν ανήκει. Η σωτηρία του λοιπόν δεν επιτελείται από την εκκλησίαν εις την οποίαν ανήκει, διότι Μία είναι η Εκκλησία, η οποία σώζει, δηλ. ο Χριστός.

Όπου δεν υπάρχει το Ορθόδοξον δόγμα, η Εκκλησία δεν είναι εις θέσιν να αποφανθή περί της εγκυρότητος των μυστηρίων. Κατά τους Πατέρας το Ορθόδοξον δόγμα ουδέποτε χωρίζεται από την πνευματικότητα. Όπου υπάρχει εσφαλμένο δόγμα, υπάρχει εσφαλμένη πνευματικότης και αντιθέτως. Πολλοί χωρίζουν το δόγμα από την ευσέβειαν. Τούτο είναι σφάλμα. Όταν ο Χριστός λέγη «γίνεσθε τέλειοι, όπως ο Πατήρ...» σημαίνει πως πρέπει να γνωρίζη κανείς ποία είναι η έννοια της τελειότητος. Το κριτήριον της εγκυρότητος των μυστηρίων δι' ημάς τους Ορθοδόξους είναι το Ορθόδοξον δόγμα. Ενώ δια τους ετεροδόξους η Αποστολική διαδοχή. Δια την Ορθόδοξον παράδοσιν δεν αρκεί να ανάγωμεν την χειροτονίαν εις τους Αποστόλους, αλλά να έχωμεν το Ορθόδοξον Δόγμα. Ευσέβεια και δόγμα είναι μία ταυτότης και δεν χωρίζεται. Όπου υπάρχει ορθή διδασκαλία υπάρχει και ορθή πράξις. Ορθόδοξος σημαίνει:

α) ορθή δόξα,

β) ορθή πράξις.

Η επί γης στρατευόμενη Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία. Ορθόδοξον δε δόγμα και διδασκαλία της Αγίας Γραφής είναι εν και το αυτό, διότι το δόγμα υπάρχει και βγαίνει μέσα από την Αγ. Γραφήν.

The Church is the body of Christ, which is comprised of all those faithful in Christ; of those who participate in the first resurrection and who bear the betrothal of the Spirit or even those who have foretasted theosis (deification). The Church has existed even before Creation, as the kingdom and the glory that is hidden within God and in which God resides, along with His Logos and His Spirit. By a volition of God, the aeons were created, as were the celestial powers and the incorporeal spirits or angels therein, and thereafter, Time and the world within it, in which Man was also created, who unites within himself the noetic energy of the angels with the logos-reason and the human body.

The Church is both invisible and visible; in other words, She is comprised of those who are enlisted (in active duty) on earth and those who are in the heavens, that is, those who have triumphed in the glory of God.

Among the Protestants there prevails the opinion that the Church is invisible only - whereas the sacraments of Baptism and the Divine Eucharist are merely symbolic acts - and that only God knows who the true members of the Church are. The Orthodox Church, on the other hand, also stresses the visible aspect of the Church. Outside the Church, there is no salvation.

The Church, as the body of Christ, is the residence of God’s uncreated glory. It is impossible for us to separate Christ from the Church, as it is to separate the Church from Christ. In Papism and Protestantism there is a clear distinction between the body of Christ and the Church; that is, one can participate in the body of Christ, without being a member of the Papist church. This is impossible for Orthodoxy.

According to the Calvinists, after His Ascension, Christ resides in heaven and consequently, the transformation of bread and wine into actual Body and Blood of Christ is impossible…. A complete absence of Christ…. Approximately the same thing is highlighted in the Papist church, because, Christ is regarded as absent, and through the minister’s prayer, He descends from the heavens and becomes present. This implies that Christ is absent from the Church. Members of the Church are –as mentioned previously- those who have received the betrothal of the Spirit and the deified ones.

When the ancient Church referred to the body of Christ as the Church, and Christ as the Head of the Church, they of course did not mean that Christ was spread out bodily all over the world and that He –for example- had His Head in Rome, the one hand in the East and the other in the West, but that the whole of Christ exists in every individual church with all its members, i.e., the Saints and the faithful of the Universe. In this way, according to the teaching of the Fathers, when we perform the Divine Eucharist, not only is Christ present, but all His Saints and the Christians of the Universe are present, in Christ. When we receive a tinymorsel of the Holy Bread, we receive all of Christ inside us. When Christians gather together for the same reason, the whole Church is gathering together, and not just a fraction of it. This is the reason that it has become predominant in Patristic Tradition to refer to the temple of a monastery as the “Katholikon”. The destination of all the faithful is theosis (deification). This is everyone’s ultimate objective. This is why a Christian must proceed “from glory to glory”; in other words, the slave must first become a salaried worker, then a son of God and a faithful member of Christ. There cannot be salvation outside the Church. Christ offers redemptive grace to all people. When one is saved outside the visible Church, it means that Christ Himself has saved him. If he is a heterodox member then he is saved because it was Christ who saved him, and not the religious “offshoot” that he belongs to. His salvation therefore is not effected by the ‘church’ he belongs to, because One is the Church that saves - and that is Christ.

Wherever the Orthodox dogma does not exist, the Church is in no position to opine on the authority of the sacraments. According to the Fathers, the Orthodox Dogma never separates itself from spirituality. Wherever there is an erroneous dogma, there is an erroneous spirituality and vice-versa. There are many who separate the dogma from piety. That is a mistake. When Christ says “become ye perfect, as the Father is…” it implies that one must be familiar with the meaning of perfection. The criterion for the authority of the sacraments for us Orthodox is the Orthodox dogma, whereas for the heterodox, it is Apostolic Succession. For the Orthodox Tradition, it is not enough to trace one’s ordination back to the Apostles, but to possess the Orthodox dogma. Piety and dogma are one identity and cannot be separated. Wherever there is upright teaching, there will be upright action. “Orthodox” means:

a) upright glory,

b) upright act.

The terrestrial, actively engaged Church is the Orthodox Church. “Orthodox dogma” and “Scriptural teaching” are one and the same thing, because the dogma exists, and it comes from within the Holy Bible.

Οι άγιοι αναρχικοί - Θ. Ι. Ρηγινιώτης, The holy anarchists - By Th. I. Riginiotes





Από τον 4ο αιώνα μ.Χ. στην αιγυπτιακή έρημο άρχισε τη ζωή της η μακροβιότερη αναρχική κοινωνία όλων των εποχών: οι χριστιανοί αναχωρητές. Ήταν άνθρωποι που ζούσαν εκεί, για να βρουν την ησυχία που τους ήταν απαραίτητη για την προσευχή τους. Όπως, όταν θέλεις ν’ ακούσεις έναν δίσκο με πολύ λεπτή μουσική, κλείνεις πόρτες και παράθυρα και απομονώνεσαι στην πιο ήσυχη γωνιά σου (λέει ο π. Σωφρόνιος τουEssex), έτσι κι όταν θέλεις ν’ ακούσεις τη φωνή του Θεού απομονώνεσαι στο πιο ήσυχο μέρος που μπορείς να βρεις. Δεν το κάνεις από μίσος ή αποστροφή προς τον κόσμο ή προς το σώμα σου ή προς τις χαρές της ζωής κ.τ.λ. Αυτό έχει ξεκαθαριστεί πολλές φορές στην ιστορία του χριστιανισμού. Απλώς, το πιο ήσυχο μέρος για ν’ ακούσεις είναι η έρημος.


Η εκπληκτική αυτή κοινωνία της «πανερήμου», όπως την ονόμαζαν, αν και περιελάμβανε μερικά μοναστήρια (που ήταν οργανωμένες και ιεραρχημένες κοινότητες), στο σύνολό της ήταν «αναρχική», γιατί δεν περιείχε καμιά απολύτως εξουσιαστική δομή, εκτός από την άτυπη –αλλά πολύ ουσιαστική– σχέση δασκάλου και μαθητή, δηλαδή «γέροντα» και «υποτακτικού». Με τη σχέση αυτή κάθε καινούργιος κάτοικος της ερήμου εισαγόταν στις πνευματικές επιστήμες, όπως στην ταπείνωση και τη διάκριση (την ικανότητα αξιολόγησης των πνευματικών εμπειριών). Η σχέση ήταν ελεύθερη: έπρεπε να υπακούς απόλυτα στο γέροντά σου (να του εμπιστευτείς τη ζωή σου, για να απελευθερωθείς από την εξάρτηση στις επιθυμίες σου), αλλά μπορούσες να φύγεις από αυτόν, να πας σ’ έναν άλλο ή και να μείνεις χωρίς γέροντα. Κανείς δε σε υποχρέωνε να κάνεις τίποτα.

Σ’ αυτή την κοινωνία, που ήταν γεμάτη αγάπη πολύ περισσότερο από τις δικές μας συμβατικές κοινωνίες, πολλοί έχασαν το δρόμο, αλλά και χιλιάδες αγίασαν. Στο Γεροντικό αναφέρεται ότι ο άγιος Ιάκωβος της Πανεφώ, όταν ρωτήθηκε, από κάποιον αδύναμο μοναχό, ώς πού μπορεί να φτάσει ο κάτοικος της πανερήμου, ύψωσε τα χέρια σε προσευχή και φλόγες πετάχτηκαν από τα δάχτυλά του. «Αν θέλεις, γίνε όλος σαν φωτιά» απάντησε.

Φυσικά η κοινωνία της πανερήμου δεν ήταν αποκομμένη από την παγκόσμια Εκκλησία, ούτε επιθετική απέναντι σε άλλες εκφάνσεις της χριστιανικής ζωής. Και, πολύ περισσότερο, δεν αρνιόταν την ιεροσύνη και τα άγια μυστήρια, που μας παραδόθηκαν από το Θεό για να μας βοηθήσουν στην ένωσή μας μ’ Εκείνον και μεταξύ μας. Γι’ αυτό μοναστήρια και αναχωρητές συνυπήρχαν αρμονικότατα, ενώ κάποιοι αναχωρητές κατέληξαν επίσκοποι και Πατέρες της Εκκλησίας, χωρίς να θεωρήσουν ότι αυτό αντιστρατεύεται στον «δικό τους τρόπο» προσέγγισης του Θεού. Επισκέπτονταν (ή είχαν ανάμεσά τους) ιερείς κανονικά χειροτονημένους από επίσκοπο, λειτουργούσαν και κοινωνούσαν το άχραντο Σώμα και το τίμιο Αίμα του Χριστού. Όμως η ιεροσύνη στην αρχαία και στην ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι «εξουσιαστικός θεσμός», αλλά χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, και ο ιερέας δεν είναι κάποιος «αντιπρόσωπος του Θεού», αλλά ο φορέας του χαρίσματος (και της ευθύνης) να τελεί τη θεία λειτουργία, την εξομολόγηση και τις άλλες θεμελιώδεις εκκλησιαστικές πράξεις και να φέρνει τα άχραντα μυστήρια στους χριστιανούς. Ο ίδιος, ως άνθρωπος, μπορεί να υποτάσσεται ως μαθητής σε έναν άγιο διδάσκαλο, που να μην είναι ιερέας.

Το ότι κοινωνούσαν ακόμη και οι πιο προοδευμένοι πνευματικά αναχωρητές, φαίνεται από περιπτώσεις όπως της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας, που, αν και ζούσε στα βάθη της παλαιστινιακής ερήμου και ήταν η ίδια μια μεγάλη διδασκάλισσα της αγιότητας, ο Θεός έστειλε τον άγιο Ζωσιμά, να την κοινωνήσει πριν την κοίμησή της.


Έσβησε η πανέρημος;

Θα έλεγα πως η κοινωνία αυτή διατηρήθηκε μέχρι τη μουσουλμανική κατάκτηση της βόρειας Αφρικής, αν και δεν είμαι βέβαιος πως έπαψε ποτέ εντελώς να υπάρχει. Όμως το σπουδαίο είναι πως γρήγορα ξεπήδησαν κι άλλες παρόμοιες «πανέρημοι», στην έρημο της Παλαιστίνης, στη χερσόνησο του Άθωνα, στα δάση της Ρωσίας, αλλά και στα δάση της Γαλλίας, στα νησιά γύρω από τη Βρετανία και σε πολλά άλλα μέρη της Ευρώπης, όταν ολόκληρη η Ευρώπη γνώριζε μόνον ένα χριστιανισμό, τον ορθόδοξο.

Ας σημειωθεί ότι κάθε αναρχική κοινωνία, για να πραγματωθεί, χρειάζεται υψηλή πνευματική καλλιέργεια των μελών της. Η καλλιέργεια αυτή ήταν η επιδίωξη των χριστιανών αναχωρητών, η πνευματική πρόοδος, που πρώτο βήμα είχε την κάθαρση της καρδιάς και τελευταίο –μιας μακράς και δύσκολης πορείας– την ένωση με τον Τριαδικό Θεό διά του Χριστού, τη θέωση, που ταυτίζεται με την αγαπητική ένωση προς όλα τα πλάσματα του κόσμου. Το τελευταίο φανερώνει και ότι η κοινωνία της πανερήμου δεν ήταν «ιδιόρρυθμη» και «θνησιγενής», παρόλο που όλοι οι κάτοικοί της ήταν άγαμοι. Ήταν άγαμοι, αλλά δεν ήταν στείροι –η κατάστασή τους υπερέβαινε το γάμο, γιατί ο γάμος ξεκινά ως ένωση με έναν άνθρωπο, ενώ εκείνοι επιδίωκαν, και πετύχαιναν στο βαθμό που προόδευαν, ένωση με όλους και με όλα. Ο μοναχός είναι «ο πάντων κεχωρισμένος και πάσι συνηρμοσμένος» (χωρισμένος απ’ όλους και ενωμένος με όλους) κατά τον ασκητικό συγγραφέα του 4ου αι. Ευάγριο Ποντικό. Φυσικά ήταν άνθρωποι και των δύο φύλων.

Μια ακόμη διευκρίνιση: οι αναχωρητές δεν ζούσαν απομονωμένοι, παρά μόνον κάποιοι που έφταναν στο ανώτατο στάδιο πνευματικής προόδου (αγιότητας) και μπορούσαν να είναι τέλεια ενωμένοι με όλους χωρίς να βλέπουν κανέναν (μα και ένας μεγάλος επιστήμονας μπορεί να ζει εντελώς απομονωμένος, γιατί θέλει να ασχολείται απερίσπαστος με την επιστήμη του). Οι μεγάλοι αυτοί δάσκαλοι (που ταυτίζονταν τόσο με τους συνανθρώπους τους, ώστε ένιωθαν τη χαρά και τον πόνο των άλλων ως δικά τους) είχαν υπερβεί και τις φυσικές ανθρώπινες ανάγκες –τον ύπνο, το φαγητό, τη θερμότητα– ή μάλλον είχαν τόσο γεμίσει από τη χάρη του Τριαδικού Θεού, έχοντας παραδώσει ολόκληρο τον εαυτό τους στα χέρια Του, ώστε ζούσαν ήδη τα ύψη του παραδείσου και οι ανάγκες τους αυτές είχαν ξεπεραστεί από μόνες τους. Ο μεγάλος τους ασκητικός αγώνας (οι νηστείες, οι αγρυπνίες, οι χαμαικοιτίες [=το να κοιμούνται στο έδαφος]) συνέβαλλε σ’ αυτή την ένωση με το Θεό, αλλά δεν την προκαλούσε αυτόματα, γιατί «υπάρχει ακραία άσκηση και εκ του πονηρού», για να θυμηθούμε το λόγο της μεγάλης Μητέρας της ερήμου, της αγίας Συγκλητικής. Ο ασκητικός αγώνας στον αρχαίο –και τον ορθόδοξο– χριστιανισμό συμβάλλει στο απόλυτο άνοιγμα της καρδιάς μας προς το Θεό, δεν είναι μια «πνευματική και σωματική εξάσκηση» που ενεργοποιεί «δικές μας δυνάμεις» κάνοντάς μας «συνειδητούς και δυνατούς», όπως στις θρησκείες της κεντρικής και ανατολικής Ασίας.

Ο κανόνας για τους ερημίτες ήταν να ζουν σε συστάδες καλυβιών, σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους, ώστε να υπάρχει η οριακή ανθρώπινη σχέση που επιτρέπει την άσκηση της έμπρακτης αγάπης, παρηγορεί στη μοναξιά της ερήμου και προστατεύει από τους πειρασμούς – και ιδίως το μεγαλύτερο πειρασμό, την ψευδαίσθηση της αγιότητας, που ονομάζεται, στη γλώσσα της ερήμου, «πλάνη». Γι’ αυτό στους βίους τους υπάρχουν τόσοι σοφοί διάλογοι μεταξύ τους, αλλά και τόσες περιπτώσεις ζεστής και βαθιάς συμπεριφοράς. Η έρημος δεν είναι απομόνωση.

Ο κοσμικός αναρχισμός και η έρημος

Οι νεότεροι επαναστατημένοι στοχαστές, που αποκαθήλωσαν το Θεό από την καρδιά τους, χωρίς να Τον έχουν γνωρίσει ποτέ, ανακάλυψαν τον αναρχισμό, αλλά δεν έμαθαν για την ύπαρξη αυτής της αναρχικής κοινωνίας, παρόλο που, όταν εκείνοι έγραφαν ή αγωνίζονταν ποικιλότροπα, τουλάχιστον η ρωσική και η αθωνική πανέρημος υπήρχαν στην ακμή τους. Η τελευταία (το Άγιο Όρος) ακμάζει και σήμερα, μέσα από τις δυσκολίες και τις περιπέτειες της ανθρώπινης ιστορίας φυσικά.

Βέβαια, άγιοι αναδείχθηκαν και συνεχίζουν ν’ αναδεικνύονται και στις πόλεις, αθόρυβα και ταπεινά, όπως αρμόζει στον ταπεινό Θεό μας, που καμία σχέση δεν έχει με το μπαμπούλα του γνωστού σε σας ηθικισμού. Όμως κάθε άγιος ή αγία –ακόμη και σε μια πολυκατοικία ή σε μια πλινθοπαράγκα, όπου μπορεί να μεγαλώνει δέκα παιδιά– έχει λίγη έρημο στην καρδιά του. Τη χρειάζεται, για ν’ αποσύρεται εκεί και ν’ αφουγκράζεται την πιο λεπτή μουσική του κόσμου, την προσευχή.

Μ’ αυτή την ενατένιση της αγιοτόκου πανερήμου, μέσα από επιτόπιες επισκέψεις ή από βιβλία σαν το Γεροντικό, το Μητερικό, το Λειμωνάριο, τη Θηβαΐδα του Βορρά, το Αγιορείται Πατέρες και αγιορείτικα (του γέροντα Παΐσιου) κ.π.ά., θαρρώ πως είναι κατάλληλο να ξεκινήσει την πορεία του όποιος θέλει να γνωρίσει αληθινά το χριστιανισμό. Μπορεί συχνά οι εμπειρίες του να γίνουν σκανδαλιστικές, μπορεί κάποτε, άθελά του, να περάσει κι από λάθος δρόμο. Όμως η ευχή των αγίων της ερήμου –της αμμώδους ερήμου της Αιγύπτου και της Παλαιστίνης, της δασώδους ερήμου του Άθωνα, της δασώδους, βαλτώδους ή παγωμένης ερήμου της Ρωσίας, των δασών της Ρουμανίας ή της Σερβίας, ακόμη και της παγωμένης ερήμου της Αλάσκας, όπου αγίασαν ο άγιος Γερμανός της Αλάσκας, ο άγιος Ιννοκέντιος Βενιαμίνωφ, ο άγιος Ιάκωβος Νετσέτωφ κ.ά., αλλά και της τσιμεντένιας ερήμου της Ομόνοιας των Αθηνών, όπου αγίασε ο γέροντας Πορφύριος– η ευχή όλων αυτών των δασκάλων ως πολύτιμος σύντροφος και πολικός αστέρας θα τον συνοδεύει. Καλό ταξίδι.


As of the 4th century A.D., the desert lands of Egypt saw the beginning of the longest-living anarchic society of all time: that of the Christian anachorites. These were people who had chosen to live there, in order to find the tranquility that was necessary for their praying. Comparatively speaking: when we want to listen very attentively to some very subtle music, we usually shut doors and windows and isolate ourselves in our quietest corner (according to fr. Sophrony of Essex).The same applies when you want to hear the voice of God – you isolate yourself in the quietest place you can find. You don’t do it out of spite or aversion to the world, or to your body or to the joys of life etc.. This has been made clear innumerable times in the history of Christianity; quite simply, the quietest place on earth that enables one to hear is the desert.

This amazing ultra-desertsociety -as it was called- albeit host to several monasteries (which were organized societies complete with a hierarchy), was basically an “anarchic” society overall, because it did not possess any authoritative structure whatsoever, except for the informal (but most essential) relationship between teacher and pupil, i.e. that of a “Geron” (Elder) and a “subject” (pupil). Every new addition to the denizens of the desert would be initiated through this form of relationship to the spiritual sciences, for example to humility and discernment (the ability to evaluate spiritual experiences). This form of relationship was liberal: you had to be absolutely obedient to your Elder (to trust him with your very life, in order to release yourself from your dependence on your personal desires), but you could also leave him to go to another Elder, or even to live without an Elder. No-one would force you to do anything.

In this society -which was replete with more love than our secular, conventional societies- many lost the path; however, thousands did attain sainthood. The “Gerontikon” (a collection of narrations about the desert Elders) mentions how saint Jacob of Panepho, when asked by a certain wavering monk to what spiritual heights a denizen of the ultra-desert can reach, the saint lifted up his arms in prayer and flames sprang from his fingertips. “If you want to, make your whole become a fire” he replied.

Naturally the ultra-desert society was not cut off from the worldwide Church, nor was it hostile towards the other expressions of Christian living. Even more so, it did not deny priesthood and the holy sacraments, which were given to us by God to help us in our union with Him as well as between us. This is why monasteries and anachorites coexisted harmoniously, while some anachorites even ended up as Bishops and Fathers of the Church, without regarding that this conflicted with “their special way” of approaching God. Anachorites would visit (or have among them) priests canonically ordained by a Bishop; they would officiate and they would partake of the Body and the Precious Blood of Christ. But in the ancient and the Orthodox Church, priesthood was not an “institution of power”; it was seen as a gift of the Holy Spirit, and the priest was not some kind of “representative of God”, but was the bearer of that gift (and of the responsibility) of performing the Divine Liturgy, of confessional and the other fundamental ecclesiastic practices and of bringing the immaculate sacraments to other Christians. As a person, that same priest could well be subject (as a pupil) to a holy teacher, who could quite easily not be a priest.

The fact that even the most “spiritually advanced” anachorites received Holy Communion is evident in cases like saint Maria the Egyptian, who, although withdrawn into the depths of the Palestinian desert for decades and herself a major teacher of holiness, God nevertheless sent her saint Zosimas to give her Holy Communion, prior to her repose.

Is the ultra-desert now extinct?

I would say that this society was preserved intact up until the Muslim conquest of northern Africa, although I cannot say for certain that it has ceased to exist altogether. What is important is that soon afterwards, other, similar “ultra-desert” societies sprang up in the desert of Palestine, on the Athos peninsula, in the forests of Russia, but also in the forests of France, the islands around Britain and in many other parts of Europe, at a time when all of Europe knew of only one Christianity: the Orthodox one.

It should be noted that for every anarchic society to survive successfully, a spiritual cultivation of very high standards is imperative for its members. This was the cultivation that the Christian anachorites strove to attain: the spiritual cultivation, whose first stage consisted of the catharsis (cleansing) of the heart and whose last stage (of a lengthy and arduous course) was their union with the Triadic God through Christ (theosis-deification), which relates to the loving union with all the creations of the world. This last point also reveals that the ultra-desert society was not a “strange” kind, or one that was “mortality-oriented”, even though all its denizens were celibate. They were indeed celibate, but they were not barren: their spiritual state surpassed marriage, because marriage begins as a union with one person, whereas they strove (and succeeded, depending on the degree of their spiritual progress) for a union with everyone and everything. A monk is one who is apart from everyone and united with everyone” (ο πάντων κεχωρισμένος και πάσι συνηρμοσμένος), according to the 4th century ascetic author, Evagriosof Pontus. Of course the word “monk” implied people of both sexes.

One more clarification: anachorites did not live entirely isolated from others, except only those who had reached the highest stage of spiritual progress (sanctity) and were able to be perfectly united with everyone without even seeing anyone (even a dedicated scientist can live entirely isolated, because he desires to apply himself without distractions to his science). These great teachers (who identified with their fellow-man to such a degree that they would even feel the other’s joy or pain as though it were their own), had even surpassed certain natural human needs: sleep, food, warmth… Actually, they were so replete with the Grace of the Triadic God (by having surrendered their whole being into His hands) that they were already savoring the heights of Paradise and therefore those needs had been overcome on their own. Their strict ascetic labours (fasting, night-vigils, sleeping on the ground, etc.) had also contributed to this union with God but these labours did not achieve that status automatically, as “there can be extreme ascesis of a suspicious nature” (to recall the words of the great Mother of the desert, saint Syncletike). The ascetic struggle in ancient –and Orthodox– Christianity aspires to the unconditional opening of our heart to God. It is not a “spiritual and physical exercise” that will activate “powers within us”, thus making us “conscientious and strong”, as is the case in the religions of central and eastern Asia.

As a rule, these hermits used to live in clusters of huts, with a short distance between them (enough for a marginal human association that would allow them to exercise that spiritual love in practice); this proximity of their abodes was also a solace in the loneliness of the desert and a guard against temptations – especially the biggest temptation of all: the illusion of having attained holiness, which in the language of the desert is called “delusion”. This is why we find so many wise dialogues between anachorites in their bios, but also so many instances of a warm and profound behaviour. The desert is not an absolute isolation.


Secular anarchy and the desert

Modern-day, rebel thinkers who have removed God from their hearts without ever having discovered Him have instead discovered anarchism; and yet, they never learnt of the existence of this anarchic society, despite the fact that during the time they were struggling or writing about it in their own various ways, at least the Russian and the Athonite ultra-deserts were already flourishing. The latter (the Holy Mountain Athos) continues to prosper to this day, albeit confronting the various difficulties and adventures of human history.

Saints have been produced and continue to be produced, even in bustling cities, unobtrusively and humbly, in the way that befits our humble God (which is nothing like the bogey-man that others acknowledge, known as ‘morality’). Most certainly, every saint – man or woman – regardless whether they live in a condominium or a wooden shack, possibly even raising ten children, also has a piece of desert in his/her heart. They need it, in order to withdraw there and to hearken to the subtlest music in the world: prayer.

By focusing our gaze on the saint-producing ultra-deserts, either by actually visiting them or by perusing books like the “Gerontikon” (Elder Fathers), the “Miterikon” (Elder Mothers), the “Leimonarion” (the Prairie narratives), the “Thebes of the North”, the “Hagiorite Fathers” and the “Hagiorite Narrations” by the Elder Paisios and many other such books, I am convinced that it is the best way, for one who desires to truly become acquainted with Christianity, to begin their journey. It is possible that the experience they will encounter may become scandalous, and it may be that they will even –unwittingly– stray onto a wrong path. Whatever the case, may the blessing of all the saints of the deserts - the sandy desert of Egypt and Palestine, the wooded desert of Athos, the wooded, boggy or frozen desert of Russia, the woods of Rumania or Serbia, even the frozen desert of Alaska where saint Herman of Alaska, saint Innocent Beniaminov, saint Jacob Netchetov and others attained sainthood, but also the cement desert of Omonoia Square in the heart of Athens where the Elder Porphyry attained sainthood – be their valuable companions and their polar star that will guide them along the way. We wish them a good journey…